Μια φορά και έναν καιρό σε μια ήσυχη πόλη τη Δαφνούπολη, γνωστή σε όλους τους κηπουρούς, γεωπόνους και φυσιοδίφες ζούσε ένας μικρός θάμνος η Δάφνη.
Μεγάλωνε σ΄ ένα δημόσιο πάρκο γεμάτο δέντρα, θάμνους και παρτέρια με καταπράσινο χορτάρι, αγριόχορτα κι αγριολούλουδα.
Όλοι θαύμαζαν τα παρτέρια με τα λουλούδια, κοντοστέκονταν και χάζευαν τα ψηλά δέντρα. Ακόμα και τ’ αγριόχορτα κάποιοι τα μάζευαν για το σπίτι. Κανείς όμως δεν έδινε σημασία στη μικρή Δαφνούλα.
Κι έτσι αυτή μεγάλωνε μόνη… Ξερή και ποτισμένη μόνο από την πικρία της μοναξιάς της. Χωρίς άνθη, χωρίς χρώμα και άρωμα. Έτσι μέρα με τη μέρα η πίκρα αυτή πότισε όλα της τα κλαδιά κι ήταν τόσο μεγάλη που έφτασε μέχρι τις ρίζες της ώσπου το φύλλωμά της έγινε πικρό σαν δηλητήριο.
Οι κηπουροί δεν πλησίαζαν να τη φροντίσουν, ακόμα και μια χελώνα η Χαιρέτα- Χαιρέτα που ζούσε στο ίδιο πάρκο δεν τη χαιρετούσε, όπως συνήθιζε με τα άλλα φυτά. Όλα τα πλάσματα του πάρκου την φώναζαν κοροϊδευτικά Πικροδάφνη.
Μια μέρα μια παρέα παιδιών ήρθε στο πάρκο κι έπαιζε ζωηρά, οι χαρούμενες φωνές τους αναστάτωσαν την ησυχία της. Ξαφνικά μια πολύχρωμη μπάλα έπεσε πάνω της με ορμή και τη χτύπησε. Η μικρούλα Πικροδάφνη τα έχασε και φοβισμένη όπως ήταν άρχισε να κλαίει. Ένα μικρό αγόρι ψάχνοντας τη μπάλα άκουσε το κλάμα της και γύρισε προς τη μεριά της. Τότε είδε δίπλα στη μικρή Πικροδάφνη την μπάλα του. Έσκυψε να την πάρει και άκουσε μια παραπονιάρικη φωνούλα…
- Πρόσεχε λιγάκι, με τσάκισες!
- Ωχ ποιος είναι εκεί;
- Εγώ είμαι, δε με βλέπεις;
- Σε βλέπω, αλλά δεν ήξερα ότι μιλάς. Αλήθεια μιλάνε τα φυτά;
- Μιλάνε, αλλά μόνο σε όσους τα πιστεύουν!!!
- Συγγνώμη που σε χτύπησα με την μπάλα μου, δεν το ήθελα. Πονάς;
- Είσαι στ’ αλήθεια πολύ ευγενικό παιδί, πώς σε λένε;
- Με συγχωρείς ξέχασα να συστηθώ. Είμαι ο Νικόλας. Κι εσύ;
- Με φωνάζουν Πικροδάφνη…
- Χάρηκα πολύ για τη γνωριμία. Θες να γίνουμε φίλοι;
- Δηλαδή θα ξανάρθεις;
- Αμέ, θα φέρω και τους φίλους μου για να σε γνωρίσουν.
- Κι εγώ χάρηκα Νικόλα. Μη με ξεχάσεις….
Την επόμενη μέρα ο Νικόλας πήγε πάλι στο πάρκο αλλά αυτή τη φορά έφερε και τους φίλους του, όπως είχε υποσχεθεί στην Πικροδάφνη. Τους είχε πει ότι είχε συνομιλήσει με ένα φυτό, μα εκείνοι δεν τον πίστεψαν.
- Γεια σου Πικροδάφνη ήρθαμε!
Ορίστε εδώ είναι!
- Να σου συστήσω τους φίλους μου.
- Γεια σας παιδιά, είπε διστακτικά η Πικροδάφνη.
Τα παιδιά δεν απάντησαν…
- Μα γιατί δεν τη χαιρετάτε;
- Ο τρελό-Νικόλας τα έχασε παιδιά,
με την Πικροδάφνη έπιασε μπλα μπλα…
τραγουδούσαν οι φίλοι του.
-Μίλα τους πιο δυνατά, γιατί με περνάνε για τρελό,
είπε ο Νικόλας στην Πικροδάφνη.
- Τους μιλάω αλλά αυτοί δε με ακούν. Να κοίτα τους φεύγουν…
- Μα γιατί;
- Αφού σου είπα. Μόνο όσοι αγαπούν τα φυτά μπορούν να τα ακούσουν.
Τα παιδιά έφυγαν και η Πικροδάφνη έμεινε μόνη της με το Νικόλα.
- Γιατί είσαι παραπονεμένη μικρή μου Πικροδάφνη και τα φύλλα σου έγειραν στη γη;
- Λυπάμαι που τα μικρά παιδιά δε νοιάζονται για τη φύση.
- Μη το λες αυτό, δεν είναι όλα τα παιδιά έτσι.
- Μα εγώ δεν έχω γνωρίσει άλλον εκτός από εσένα, που να μπορεί να με ακούσει.
- Κι όμως στο νησί μου πολλά παιδιά νοιάζονται για τα φυτά και θα μπορούν να σε ακούσουν όπως σε άκουσα κι εγώ. Είμαι σίγουρος γι’ αυτό.
- Υπάρχει τέτοιο μέρος; Σαν παράδεισος μου ακούγεται!
- Η Τήνος είναι! Όμως δεν ξέρω αν θα σου άρεσε να ζεις εκεί. Έχει πολλή υγρασία, δυνατό αέρα και πολύ ήλιο…
- Ααααααααα θαυμάσια!!! Αυτό είναι το αγαπημένο μου περιβάλλον. Σε παρακαλώ πάρε με μαζί σου κι εγώ θ’ ανθίσω, θα αποκτήσω χρώματα για να σ’ ευχαριστήσω.
Έτσι ξεκίνησαν το ταξίδι τους για την Τήνο. Από την ώρα που μπήκε η Πικροδάφνη στο καράβι ανυπομονούσε να φτάσει στο νησί. Το θαλασσινό αεράκι την έκανε να νιώθει κιόλας καλύτερα. Μέσα της δυνάμωνε η ελπίδα για μια καλύτερη ζωή και η καρδιά της σκίρτησε.
Όταν έφτασαν επιτέλους στην Τήνο, ο Νικόλας το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να τη μεταφυτέψει στο πιο ωραίο παρτέρι του κήπου του. Και επειδή ήταν ήδη αργά, έσκυψε και της έδωσε ένα γλυκό φιλί για καληνύχτα.
Η Πικροδάφνη σαν έμεινε μόνη της συγκινήθηκε. Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια της και όπου έσταζαν άρχισε να βγάζει τα πρώτα της κόκκινα άνθη!
Συλλογιζόμενη την αγνότητα της ψυχής του μικρού Νικόλα, το πρώτο λευκό λουλούδι άνθισε στο μέρος της καρδιάς της!
Κι όταν έφερε στο νου της το φιλί του, στα μάγουλά της άνθισαν δυο ροζ λουλούδια.
Και από την ευγνωμοσύνη της στολίστηκε με κίτρινα λουλούδια, φωτεινά σαν τον
ήλιο της Τήνου και … τώρα λάμπει από χαρά!!!
Η ζωή της άλλαξε. Είχε ένα φίλο να την αγαπά και πολλούς φίλους να τη φροντίζουν, όπως της είχε υποσχεθεί ο Νικόλας. Είχε βρει επιτέλους το ιδανικό της περιβάλλον. Καμιά πίκρα δε σκίαζε πια την ψυχή της!
Τέλος
Το παραμύθι αυτό γράφτηκε για τις εκδηλώσεις της «Εβδομάδας Πρασίνου» στην Τήνο,για το έτος 2009, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως «Έτος Πικροδάφνης».
Συγγραφική ομάδα-εικονογράφηση:
Οι μαθητές του Ε1 (αλφαβητικά)
Απέργη Σοφία
Απέργης Νίκος
Αράθυμος Βαγγέλης
Βασιλάκης Στέργιος
Βελουδή Αρετούσα
Βελουδίου Βασιλική
Βιδάλη Μαρλένα
Βιδάλη Ναταλία
Βιδάλης Νίκος
Γεωργακοπούλου Δήμητρα
Γεωργακόπουλος Κωνσταντίνος
Γκινάι Ιωακείμ
Δελλατόλα Κατερίνα
Δελώτη Μάτα
Δεσίπρη Μαρουλίνα
Δεσύπρης Αντώνης
Κομνού Μαρία
Λαγουρού Μαριγούλα
Λεβαντή Μαριάννα
Λέκασι Θεοδώρα
Υπεύθυνη καθοδήγησης η δασκάλα του τμήματος: Θεοχάρη Αγγελική
Επιμέλεια έκδοσης – Η/Υ : Τσουκνίδα Μαρία
Εκδότης: 2ο Δημοτικό Σχολείο ΤήνουΣχολικό έτος: 2008 - 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου